Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2009

Προς τον Στέφανο Ληναίο

Αγαπητέ μου Στέφανε,
Η φιλοδοξία μου αυτή τη στιγμή είναι να ξεκινήσουμε μιαν αληθινή εκστρατεία για τα θέματα αυτά που τα θεωρώ εξ ίσου σημαντικά και κρίσιμα με τον κίνδυνο της Δικτατορίας. Τουλάχιστον αυτό μου λέει η πείρα και η διαίσθησή μου.
Μακάρι να συμφωνείς μαζί μου. Όλα αυτά τα χρόνια μας προωθείς κείμενα συναφή καταγγέλλοντας το μαράζι που ροκανίζει την χώρα και τον λαό μας.
Πιστεύω πως ήρθε η ώρα. Το κείμενο αυτό, αν σε βρίσκει σύμφωνο, πρέπει να πάει παντού.
Στην αρχή σκέφτηκα να βρω διάφορους επώνυμους. Όμως τελικά βρίσκω τον «ηλεκτρονικό» τρόπο δημοκρατικότερο κα ασφαλέστερο. Εξ άλλου μας ενδιαφέρουν οι χιλιάδες απλοί πολίτες, που σίγουρα υποφέρουν όπως εμείς.
Γι’ αυτό προτείνω στο τέλος του κειμένου (εννοώ και τις αποκαλύψεις του ΑΡΔΗΝ) να μπει μια σχετική έκκληση προς τον κόσμο που συμφωνεί, να υπογράψει στην δική σου ηλεκτρονική διεύθυνση, προσθέτοντας αν το επιθυμεί τα δικά του σχόλια και προτάσεις.
Για όλα αυτά σε παρακαλώ να έχουμε μια τακτική επαφή και όταν χρειαστεί, να περάσεις να τα πούμε και δια ζώσης…
Με αγωνιστικούς χαιρετισμούς,
Μίκης Θεοδωράκης

ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΚΑΛΕΙ ΣΕ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΥΣ ΞΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΝΤΟΠΙΟΥΣ ΣΥΝΩΜΟΤΕΣ

"Σ’ αυτή την ιστορική καμπή που βρισκόμαστε, τρία είναι τα κύρια μέτωπα στα οποία οφείλουμε να πάρουμε σαφή στάση: Το πρώτο αφορά την Κύπρο και το σχέδιο Ανάν. Το δεύτερο αφορά τα Σκόπια και το όνομα «Μακεδονία». Και το τρίτο την υπεράσπιση της ελληνικότητας μπροστά στην επίθεση που δέχεται από ανθελληνικές και διεθνείς οργανωμένες δυνάμεις.
1) Κύπρος: Παρά το ότι ο ελληνοκυπριακός λαός απέρριψε το Σχέδιο Ανάν με μεγάλη πλειροψηφία (70%), εν τούτοις τόσο μέσα στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα υπάρχουν πρόσωπα και δυνάμεις που συνωμοτούν, ώστε με την δημιουργία καταλλήλων συνθηκών να το επιβάλουν τελικά, μιας και η επικράτησή του εξακολουθεί να αποτελεί βασικό στόχο της πολιτικής των ΗΠΑ, που θέλουν μ’ αυτόν τον τρόπο να εξασφαλίσουν ένα σημαντικό στρατηγικό έρεισμα για τα άμεσα και μακροπρόθεσμα σχέδιά τους στην Μέση Ανατολή. Είναι ανάγκη λοιπόν να βρεθεί ένας τρόπος, ώστε να ακουστεί η φωνή της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού που δεν συμφωνεί στην εφαρμογή αυτού του Σχεδίου, το οποίο είναι αντίθετο με τα συμφέροντα της Κύπρου και ειδικότερα των Ελληνοκυπρίων, που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του Ελληνικού Έθνους.
2) Σκόπια: Δεν θα πρέπει να έχει για μας καμμιά απολύτως σημασία το γεγονός ότι τα έχουν ήδη αναγνωρίσει με το όνομά τους πολλά κράτη δια διάφορους εμφανείς λόγους. Στην πραγματικότητα όσοι το κάνουν, αγνοούν ή και περιφρονούν την ιστορική αλήθεια. Άγνοια ασυγχώρητη, που οδηγεί στην ουσιαστική γελοιοποίησή τους. Το γεγονός και μόνο ότι έτσι θα νομίζουν ότι με την επιλογή τους αυτή θα συνυπάρχουν με τα τρισέγγονα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, θα αποτελεί γι’ αυτούς αιτία χλευασμού και υποτίμησης της σοβαρότητάς τους. Και υποθέτουμε ότι είναι περιττό να επαναλάβουμε εδώ τα λόγια του ίδιου του πρώην Προέδρου των Σκοπίων κ. Γκλιγκόρωφ, ότι δηλαδή οι Σκοπιανοί είναι Σλαύοι, η εθνικότητά τους Σλαυική και η γλώσσα τους ένα μείγμα Σλαυικής και Βουλγαρικής διαλέκτου. Εκείνο όμως που θα πρέπει να μας αφορά ως Έλληνες, είναι το γεγονός ότι ορισμένοι ηγέτες των Σκοπιανών αποφάσισαν να εκμεταλλευτούν το όνομα «Μακεδονία», ανακηρύσσοντας τον εαυτό τους ως μοναδικούς απογόνους-κληρονόμους της αρχαίας Μακεδονίας, του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου και με το εύρημα της «Μακεδονίας του Αιγαίου» να διεκδικούν χωρίς ντροπή τα εδάφη της σημερινής ελληνικής Μακεδονίας από δύση σε ανατολή χαράζοντας σαν σύνορα στον νότο τις παρυφές του Ολύμπου! Φτάνουν στο σημείο μάλιστα να διατείνονται ότι η Θεσσαλονίκη, που την προορίζουν ως πρωτεύουσά τους, βρίσκεται σήμερα υπό ελληνική κατοχή! Πρόκειται για ένα βλακώδες, αισχρό και προσβλητικό παραλήρημα, απέναντι στο οποίο το μόνο που ταιριάζει σ’ έναν υπεύθυνο λαό και ένα υπεύθυνο κράτος είναι η απόλυτη περιφρόνησή. Που σημαίνει ότι δεν δεχόμαστε καμμιά σχέση και ακόμα πιο πολύ καμμιά συζήτηση μαζί τους. Είτε μόνοι μας είτε με τη μεσολάβηση του ΟΗΕ όπως γίνεται σήμερα. Και το μόνο που οφείλουμε να πράξουμε είναι να δηλώσουμε καθαρά ότι εμείς δεν πρόκειται ποτέ να τους χαρίσουμε το όνομα «Μακεδονία» και ότι δεν θέλουμε να έχουμε καμμιά σχέση οικονομική και διπλωματική μαζί τους. Κλείνουμε τα σύνορα. Και δεν καταδεχόμαστε ούτε να τους εμποδίσουμε να μπουν στην αγκαλιά του ΝΑΤΟ και της Ευρώπης, που τόσο πολύ επιθυμεί την παρουσία ανάμεσά τους των γνήσιων απογόνων του …Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ας τους χαίρονται λοιπόν, μιας και στην πραγματικότητα απολαμβάνουν την πλήρη εύνοια των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, που έχουν ήδη μεταβάλει μαζί με το Κόσοβο και τα μισά Σκόπια σε μια από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές τους βάσεις στον κόσμο. Με άλλα λόγια αποτελούν ήδη ένα στρατηγικής σημασίας προτεκτοράτο των ΗΠΑ και για τον λόγο αυτόν οι απειλές τους με στόχο τα εδάφη μας θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν. Μετά από όλα αυτά η συμμετοχή μας στις διαδικασίες που μας επιβάλλονται άνωθεν για δήθεν σύνθετες ονομασίες για όλες τις χρήσεις και πράσινα άλογα -γιατί αυτό που θα γίνει τελικά είναι να παραμείνει το όνομα «Μακεδονία»- αποτελεί απαράδεκτη υποχώρηση, που θίγει την σοβαρότητα και την αξιοπρέπειά μας. Πρέπει να σκεφτούμε σοβαρά ότι.η στάση αυτή δεν ταιριάζει σε λαούς όπως ο δικός μας, που είχε το θάρρος να αντιταχθεί στους ισχυρούς σε δύσκολες και κρίσιμες περιόδους προστατεύοντας την ιστορία του, την τιμή και την υπερηφάνεια του.
3) Το τρίτο και σημαντικότερο εθνικό πρόβλημα που θα πρέπει να μας απασχολήσει, είναι η αποκάλυψη και καταγγελία στον ελληνικό λαό των κύκλων, ομάδων και οργανώσεων που σε συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς επιδιώκουν την κατεδάφιση της ελληνικότητας. Μεταξύ των διεθνών οργανώσεων πρωτεύοντα ρόλο έπαιξε το «Ίδρυμα Σόρος», που συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων των δυνάμεων που αποφάσισαν την διάλυση της Γιουγκοσλαυίας, τον πόλεμο στην Γεωργία και την αποσύνθεσή της, την υποταγή στη Δύση της Ουκρανίας και που σήμερα αναμοχλεύουν τους εθνικισμούς στην Αλβανία προετοιμάζοντας το όραμα για την Μεγάλη Αλβανία με τη δημιουργία του Κοσόβου και με στόχο την Ήπειρο (Τσαμουριά) αλλά και στα Σκόπια με την ενίσχυση της προβολής της «Μακεδονίας του Αιγαίου».
Όσον αφορά τη χώρα μας, με στόχο το ...χτύπημα της ελληνικότητας, αποβλέπουν στην αποδιοργάνωση της συνοχής του ελληνικού έθνους ξεκινώντας από την παραμόρφωση ιδιαίτερα της σύγχρονης ιστορίας μας -πριν, κατά και μετά την επανάσταση του 1821- και την εξάλειψη του ελληνικού πολιτισμού, παραδοσιακού και σύγχρονου. Ορισμένοι Έλληνες, ουσιαστικοί πράκτορες αυτών των ύποπτων διεθνών οργανώσεων εργάζονται εδώ και πολύ καιρό συστηματικά. Έχουν διεισδύσει μέσα στους πλέον σημαντικούς και ευπαθείς τομείς της κοινωνικής μας ζωής, όπως η Παιδεία, η εξωτερική πολιτική, τα ΜΜΕ, καθώς και στους κομματικούς χώρους έχοντας ήδη κατορθώσει να σταθεροποιήσουν ένα σημαντικό προγεφύρωμα με την οικονομική ενίσχυση των ξένων και στηριζόμενοι στην άγνοια των πολλών και στην αποσιώπηση εκ μέρους των οπορτουνιστών έχουν ήδη προξενήσει μεγάλες βλάβες στην παραδοσιακή συνοχή του λαού μας τουλάχιστον ως προς τις παραδοσιακές του αξίες, που τον έκαναν να είναι αυτός που είναι. Σε πείσμα όλων των δεινών που κατά καιρούς δοκιμάζουν την αντοχή του. Επομένως η καλλιέργεια του πατριωτισμού αποτελεί σήμερα τη μοναδική απάντηση, ώστε ο λαός μας να μπορέσει να αποκρούσει ενημερωμένος, ενωμένος και άγρυπνος αυτό το σατανικό σχέδιο ξεσκεπάζοντας και απομονώνοντας τους εχθρούς του, όποιοι και αν είναι και όπου κι αν βρίσκονται. Αρκετά κοιμηθήκαμε έως τώρα. Καιρός να ξυπνήσουμε, να εγερθούμε, να εξεγερθούμε και ενωμένοι να αντιμετωπίσουμε όπως αρμόζει τους μεγάλους κινδύνους που απειλούν την ιστορία, τον πολιτισμό, το ήθος, τις παραδόσεις και τελικά την ακεραιότητά μας.
Αθήνα, 21.12.2009 Μίκης Θεοδωράκης

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ (21-12-2009)

Προχτές το βράδυ στην ΝΕΤ ο Νίκος Δήμου στην εκπομπή «Στα άκρα» επαναλάμβανε τις γνωστές απόψεις Ρεπούση-Λιάκου-Κουλούρη-Άννας Φραγκουδάκη και του νέου «φρούτου», της κ. Δραγώνα, βουλευτού του ΠΑΣΟΚ και «ειδικής γραμματέως του Ενιαίου Διοικητικού Τομέα Θεμάτων Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού Εκπαίδευσης Ελληνοπαίδων» δηλαδή στην καρδιά της διαμόρφωσης της σκέψης, των γνώσεων και του ήθους των Ελλήνων του μέλλοντος. Στην συμμορία συμμετέχει και ο κ. Νίκος Μουζέλης, σύζυγος της κ. Θ. Δραγώνα, καθηγητής του LSE (?) και επιστημονικός υπεύθυνος του «Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ»!!! Άλλο ένα πόστο-κλειδί.
Το 1999 συναντάμε την κ. Δραγώνα μαζί με τους «επιφανέστερους Έλληνες αναθεωρητές ιστοριογράφους» σε διεθνές συνέδριο στην Χάλκη του CDRSEE (Κέντρο για την Δημοκρατία και την Συμφιλίωση στην Νοτιοανατολική Ευρώπη) και του ΕΛΙΑΜΕΠ (έδρα του κ. Βερέμη) με θέμα την «Εθνική Μνήμη» (δηλ. λέω εγώ, «πώς θα καταργήσουμε την εθνική μας μνήμη»).
Η κ. Δραγώνα στο βιβλίο της «Τι είν’ η πατρίδα μας;» πιάνει τον … ταύρο από τα κέρατα (θαύμασε ύφος γραφής):
«Η ελληνική ταυτότητα δεν υπήρχε πριν από τον 19ο αιώνα. Δημιουργήθηκε έξωθεν σε μια εποχή εθνικισμού, αποικιοκρατίας και επεκτατικού ιμπεριαλισμού. Κοντολογίς κάποιοι από το εξωτερικό μας είπαν τον 19ο αιώνα ότι είμαστε Έλληνες κι εμείς το δεχθήκαμε για να κονομήσουμε (!!!) πουλώντας το παραμύθι ότι είμαστε απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων».
(Τρέμετε άθλιοι «κονομάκηδες» Σεφέρη και Ελύτη, που στην ομιλία σας κατά την απονομή του βραβείου Νόμπελ υμνήσατε την συνέχεια του ελληνικού έθνους από τον Όμηρο έως σήμερα). Στο εν λόγω βιβλίο της η σύμβουλος της κ. Άννας Διαμαντοπούλου αναφέρει σχετικά: «Η αρχαιότητα χρησιμοποιείται σαν πρότυπο υπεριστορικό (!) με αποτέλεσμα να «αποδεικνύει» την αναξιότητα της ελληνικής κοινωνίας και του πολιτισμού της».
Επίσης το Έθνος περιγράφεται ως «οντότητα υπερχρονική και στατική» με αποτέλεσμα να ναρκοθετείται η έννοια της εξέλιξης και να καλλιεργούνται αντίθετα με τις αξίες της εποχής μας εθνοκεντρισμός και ξενοφοβία».
Ο μόνος που απάντησε δημοσίως σ’ αυτά απ’ ό,τι γνωρίζω, είναι ο Κώστας Γεωργουσόπουλος σε τελευταίο άρθρο του στα «ΝΕΑ», ο οποίος προς τιμήν του απαντώντας σε σχετικό με τα παραπάνω άρθρο της κ. Άννας Φραγκουδάκη, στενής φίλης και ομοϊδεάτισσας της ειδικής γραμματέως του υπουργείου Παιδείας:
«Η κ. Φραγκουδάκη θεωρεί πως κάθε αναφορά σε πατρίδα, πατριωτισμό, έθνος είναι συντηρητική, δεξιά και σχεδόν φασιστική πολιτική (…). Έτσι καλό θα είναι να απαλειφθούν από τα σχολικά βιβλία όλα τα ποιήματα, τα διηγήματα και τα δοκίμια που αναφέρουν θετικούς χαρακτηρισμούς ως έννοιες «πατρίδα», «έθνος». Πρέπει ευθύς να αφαιρεθούν από τα σχολικά εγχειρίδια όλες οι αναφορές που υπάρχουν στο έργο του Σολωμού και ιδίως στον πατριδοκαπηλικό «Ύμνο εις την Ελευθερίαν» στις έννοιες «πατρίδα» και «έθνος». Αν δεν γίνεται να καταχωνιαστεί η «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» του Παπαρηγόπουλου, καλό θα είναι να καεί. Οπωσδήποτε όμως θα πρέπει να καεί και μάλιστα δημοσίως το φασιστικό μυθιστόρημα της Πηνελόπης Δέλτα «Για την Πατρίδα». Να εξοβελισθούν τα δεκατετράστιχα του Παλαμά «Πατρίδες» (…). Εντός σύντομης προθεσμίας πρέπει να αλλάξουν όνομα η ποδοσφαιρική ομάδα «Εθνικός», το «Εθνικό Θέατρο», η εφημερίδα «Έθνος», το «Πατριωτικό Ίδρυμα», το «Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών», το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης και το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, η Εθνική Λυρική Σκηνή κλπ. κλπ.»
Όπως καταλαβαίνεις, μπροστά σ’ αυτή την βαρυχειμωνιά που μας προέκυψε ξαφνικά, ένας μονάχα κούκος δεν φέρνει την Άνοιξη. Εκτός πια κι αν όλοι οι Έλληνες, ανώνυμοι και επώνυμοι, έχουν περιπέσει σε χειμερία νάρκη ή έχουν (έχουμε) χάσει τα ανακλαστικά μας ως Έλληνες πατριώτες…
Νομίζω ότι ήρθε ο καιρός, πρώτον να ενημερώσουμε όσο γίνεται πιο πλατειά, πιο υψηλά και πιο βαθειά τους Έλληνες πολίτες, ανεξάρτητα από μόρφωση, ιδιότητα, ειδικότητα, επάγγελμα και αξίωμα. Δεύτερον να αποκαλύψουμε τη συνωμοσία και τους συνωμότες έναν-έναν, να αποκαλύψουμε τις απόψεις, τις προσπάθειες, τις πράξεις και τα έργα τους και κυρίως αυτούς που κρύβονται πίσω τους, που φαίνεται ότι είναι τόσο ισχυροί και επικίνδυνοι, ώστε να έχουν ως τώρα κατορθώσει να τους προωθήσουν στα νευραλγικότερα σημεία της εθνικής μας ζωής και ειδικά στην Παιδεία, στα ΜΜΕ, ακόμα και στο Κέντρο όπου σχεδιάζεται η εξωτερική μας πολιτική, στο Υπουργείο Εξωτερικών! Τρίτον, να προβάλουμε τις λεπτομερείς αποκαλύψεις του «ΑΡΔΗΝ» για το ΕΛΙΑΜΕΠ, που φαίνεται ότι παίζει τον ρόλο της ραχοκοκκαλιάς απ’ όπου εκπορεύονται οι ειδικευμένες ομάδες των συνωμοτών. Τέταρτον, να περάσουμε όσο γίνεται περισσότερο στην αντεπίθεση, αφού πρώτα πεισθούν όλοι ότι η πατρίδα μας αντιμετωπίζει τον μεγαλύτερο ίσως κίνδυνο στην ιστορία της, γιατί αυτή τη φορά προέρχεται από τα μέσα και όχι από έξω, όπως έως τώρα.
Δεν αντιμετωπίζουμε εχθρικούς στρατούς με όπλα που τραυματίζουν και σκοτώνουν τα σώματα αλλά την ψυχή μας! Γιατί έχουμε μέσα στο σώμα μας έναν καρκίνο, που αν τον αφήσουμε να γενικευθεί, το αποτέλεσμα θα είναι να καταστραφούν τα ευαίσθητά μας «όργανα», δηλαδή οι αξίες, πάνω στις οποίες στηρίζεται η ίδια η ζωή του «σώματος», που είναι η ελληνική κοινωνία, η ελληνική πατρίδα και το ελληνικό έθνος, που κατ’ εικόνα και ομοίωσή τους γεννηθήκαμε, μεγαλώσαμε και γίναμε αυτοί που είμαστε -καλοί, κακοί αλλά είμαστε εμείς και όχι κάποιοι απρόσωποι, όπως επιχειρούν ως φαίνεται να μας κάνουν ξένοι και ντόπιοι συνωμότες, για τα δικά τους συμφέροντα.
Επειδή γνωρίζω ότι συμφωνείς μ’ αυτές τις απόψεις, σου στέλνω μαζί με το γράμμα αυτό (που αν νομίζεις μπορεί να πάρει δημοσιότητα), μια προσωπική έκκληση προς τους συμπατριώτες μας, με τον τίτλο «Για την υπεράσπιση της εθνικής μας συνείδησης».
Πιστεύω ακράδαντα ότι όπως στην εποχή της Εθνικής Αντίστασης ο κύριος στόχος ήταν η Ελευθερία της πατρίδας και τον καιρό της Αντίστασης κατά της Χούντας η Δημοκρατία, σήμερα που προβάλλουν όλο και πιο πολύ οι κίνδυνοι, τόσο εξωτερικοί όσο και εσωτερικοί, για την ακεραιότητα της πατρίδας μας (κάθε μορφής), ο κύριος στόχος όλων των Ελλήνων, ανεξάρτητα από ιδεολογίες και κόμματα, θα πρέπει να είναι ο Πατριωτισμός.

Σε χαιρετώ με αγάπη,
Μίκης Θεοδωράκης

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2009

Οι μεγάλες ευκαιρίες

Οι επιχειρήσεις Κοινής Ωφελείας, όπως η Ηλεκτροδότηση, η Ύδρευση, οι Συγκοινωνίες, οι Επικοινωνίες, τα Λιμάνια, τα Αεροδρόμια, οι Υποδομές και όλα τα υπόλοιπα θα πρέπει να παραμείνουν στην ιδιοκτησία του κράτους και να εξετασθούν σε σχέση με τον τρόπο λειτουργίας τους, κάτω από εντελώς νέες προϋποθέσεις. Η διατήρηση κάποιων άλλων επιχειρήσεων, οι οποίες συντελούν αποφασιστικά στη δίκαιη λειτουργία της κοινωνίας, σε μεμονωμένη μορφή στην ιδιοκτησία του κράτους (για παράδειγμα μία και μόνο τράπεζα κρατική, παράλληλα και ανταγωνιστικά με τις όποιες ιδιωτικές), θα ολοκλήρωνε ιδανικά την κοινωνική ζωή.

Φυσικά είμαστε της άποψης ότι, οι επιχειρήσεις Κοινής Ωφελείας θα πρέπει να λειτουργούν με πλήρη «ιδιωτικοοικονομικά» κριτήρια, για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο που είναι ευρέως γνωστός. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να είναι κερδοφόρες, να συμβαδίζουν απολύτως με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα και να είναι υποχρεωτικά εισηγμένες στο Χρηματιστήριο. Μέτοχοι μειοψηφίας τους όμως θα πρέπει να είναι κυρίως οι μικροεπενδυτές-πολίτες του κράτους που δραστηριοποιούνται, οι οποίοι θα απολαμβάνουν τα όποια οφέλη υπεραξίας δημιουργούνται από την ορθολογιστική, ανταγωνιστική διεθνώς, λειτουργία τους.

Μοναδικό, αλλά καθόλου μικρό, πρόβλημα φαίνεται να είναι η εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας αυτών των επιχειρήσεων, αφού τα εκάστοτε κυβερνητικά κόμματα δεν μπορούν (παρά το ότι αναμφίβολα το επιθυμούν) να στελεχωθούν με άτομα της ποιότητας που απαιτεί η ορθολογιστική λειτουργία τέτοιου μεγέθους επιχειρήσεων.

Στην περίπτωση όμως που α) η στελέχωση αυτών των επιχειρήσεων αποφασιζόταν να είναι «υπερκομματική» (εθνική, αντικειμενική) και β) το κράτος περιοριζόταν στην επίβλεψη (ξανά με υπερκομματικά κριτήρια) και όχι στη λειτουργία των επιχειρήσεων Κοινής Ωφελείας, είτε με το να προσλαμβάνει «εξωτερικό management», είτε με το να ενοικιάζει απλά τις υποδομές υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ίσως το πρόβλημα να ήταν κατά πολύ μικρότερο από αυτό που φαίνεται να είναι εκ πρώτης όψεως.

«Οι πολιτικοί ενδιαφέρονται μόνο για την καρέκλα τους…. οι διαφορές μεταξύ των κομμάτων εξουσίας είναι ανύπαρκτες, με τις δήθεν διαφορές να βγαίνουν από το συρτάρι και να γυαλίζονται μόνο όταν έρχονται εκλογές. Δημοσιογράφοι και πολιτικοί μιλούν την ίδια γλώσσα, ο έλεγχος και η ανεξαρτησία του Τύπου είναι προ πολλού παρελθόν, κανένας δεν ελέγχει ουσιαστικά κανέναν, κανένας πολιτικός δεν τιμωρείται για τα λάθη ή τις παραλείψεις του…»

«Κατηγορεί κάποιος πολιτικός το σύστημα της παιδείας και αφήνει ανέγγιχτα όσα το εμποδίζουν», συνεχίζει ο πολιτικολόγος χαρακτηριστικά, θυμίζοντας μας δυστυχώς τη χώρα μας, όπου τα φροντιστήρια ζουν και βασιλεύουν, ενώ χιλιάδες παιδιά μένουν έξω από τα Πανεπιστήμια που, ειδικά στις επαρχίες, κλείνουν από την έλλειψη σπουδαστών, «Υπόσχονται μία αναδιάρθρωση των υπηρεσιών Υγείας και, αντί γι’ αυτήν, αυξάνουν τα ασφάλιστρα…..Ίσως πραγματικά ο κόσμος, ο λαός δηλαδή, να καταλαβαίνει λανθασμένα όλα όσα συμβαίνουν», «Εν τούτοις όμως νοιώθει, διαισθάνεται δηλαδή, τα περισσότερα σωστά – απλά δεν μπορεί να το εκφράσει».

Ειδικά όσον αφορά τη χώρα μας, επιθυμούμε να τονίσουμε ακόμη μία φορά ότι, η «πολιτική» απάντηση με τη βοήθεια της ιστορίας μας, στηρίζεται στην εξασφάλιση των παρακάτω προϋποθέσεων:

α) Σε ένα σύνολο υγιών οικονομικών & πολιτικών θεσμών, οι οποίοι να καθορίζουν επακριβώς το πλαίσιο, μέσα στο οποίο να μπορούμε να αναπτυχθούμε, ανταγωνιζόμενοι με ίσους όρους. Το «σύστημα» δε που θα προκύπτει από αυτούς τους θεσμούς (μέσα στα γενικότερα πλαίσια του κοινωνικού καπιταλισμού), οφείλει να είναι απλό, γρήγορο, διαφανές και εύκολα κατανοητό από όλους τους πολίτες.

β) Σε ένα σύνολο συνειδητών πολιτών, το οποίο να κατανοεί επαρκώς τις αρχές της Οικονομίας και της Δημοκρατίας ή, τουλάχιστον, να έχει διαμορφώσει ένα χαρακτήρα συνεπή προς το συγκεκριμένο «τρόπο ζωής». Για παράδειγμα, να μην εξελίσσεται εις βάρος των άλλων, να μην συμπεριφέρεται όπως δεν θέλει να του συμπεριφέρονται, να μην επιβουλεύεται την ελευθερία των άλλων, να μην επιθυμεί αυτά που ανήκουν στους άλλους - κατά το αρχέτυπο «συνειδησιακό σύνταγμα» των 10 εντολών και να μην στηρίζει το βιοτικό του επίπεδο στα χρέη, αλλά στην παραγωγικότητα.

γ) Σε μία υψηλής ποιότητας ηγεσία, η οποία να μπορεί να κατευθύνει ορθολογικά το κράτος (όχι απλά να διαχειρίζεται το δημόσιο πλούτο), καθώς επίσης να διαφυλάσσει τη χώρα της, τουλάχιστον στις κρίσιμες στιγμές – χωρίς ποτέ να επιτρέπει σε τρίτους να την προσβάλλουν. Τα απολύτως απαραίτητα χαρίσματα που πρέπει να διαθέτει η ηγεσία αυτή δεν είναι άλλα από το να μπορεί να πείθει τεκμηριωμένα, να εμπνέει και να διδάσκει - να εκπαιδεύει δηλαδή τους κυβερνωμένους.

Σίγουρα θα υπάρχουν πολλές άλλες ασφαλιστικές δικλίδες και ευκαιρίες, καθώς επίσης πολλοί άλλοι κίνδυνοι - η αποστασιοποίηση γενικότερα και ειδικά η αποχή κάποιας μερίδας πολιτών από τα κοινά, αποτελεί το μεγαλύτερο. Εμείς απλά διατυπώσαμε μερικές σκέψεις, ελπίζοντας να συνεχίσει τόσο η αναζήτηση, όσο και η περαιτέρω ανάλυση, έτσι ώστε πραγματικά να αναδυθεί μέσα από τον τεράστιο κίνδυνο η απίστευτα μεγάλη ευκαιρία για όλους μας – ειδικά για την Ελλάδα που μπορεί, μέσα από αυτήν την κρίση, να βγει εξαιρετικά κερδισμένη, ανακτώντας τη θέση που πραγματικά της αξίζει.

Τέλος στραφείτε στο λαό και προσπαθήστε να τον πείσετε να αναλάβει ο ίδιος με εσωτερικό δανεισμό το χρέος της χώρας. ΟΙ Τόκοι ας πάνε στο λαό και όχι στους ξένους